
Την ίδια ώρα, σημαντικοί τομείς της εθνικής οικονομίας, όπως ο τουρισμός, τα τρόφιμα, η ενέργεια και τα logistics, προσελκύουν το ενδιαφέρον Κινέζων επενδυτών, οι οποίοι αναζητούν νέες ευκαιρίες για να τοποθετήσουν την πλεονάζουσα ρευστότητά τους.
«Διέξοδο» στην ταχέως αναπτυσσόμενη οικονομία της Κίνας αναζητούν μια σειρά από εγχώριες επιχειρήσεις, σε μια προσπάθεια να ξεφύγουν από την ύφεση στην εγχώρια αγορά και να δώσουν νέα προοπτική στις πωλήσεις τους. Η θεαματική αύξηση των ελληνικών εξαγωγών προς την Κίνα κατά 270% το πρώτο τρίμηνο του 2012 σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2011 έστειλε ένα ελπιδοφόρο μήνυμα και ενίσχυσε την άποψη πολλών ότι η Κίνα είναι ένα νέο «Ελ Ντοράντο», το οποίο πρέπει να ανακαλύψουν και άλλοι Ελληνες εξαγωγείς.
Σήμερα, η παρουσία των ελληνικών επιχειρήσεων στη λεγόμενη χώρα του Δράκου είναι πολύ μικρή και σύμφωνα με την ελληνική πρεσβεία στο Πεκίνο ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τις πενήντα. Από τις περισσότερο γνωστές είναι η Folli Follie της οικογένειας Κουτσολιούτσου, η Ικτίνος Ελλάς, η Kleemann Ελλάς, η Τσάνταλης, η Μπουτάρης, η S&B Βιομηχανικά Ορυκτά του ομίλου Κυριακόπουλου, η Frigoglass της οικογένειας Δαυίδ, τα Πλαστικά Κρήτης, η FHL Μάρμαρα Κυριακίδης, η Coco-Mat των αδελφών Ευμορφίδη, η Apivita του N. Κουτσιανά, η χρωματοποιία Vitex του Κωνσταντίνου Γιαννίδη, η Μινέρβα Ελαιουργική, η Όλυμπος Τυράς, το Κτήμα Λαζαρίδη, η Κρητών Άρτος κ.α.
Οπως επισημαίνει στην «ΗτΣ» η πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων Χριστίνα Σακελλαρίδη, τα περιθώρια ανάπτυξης είναι σημαντικά, καθώς υπάρχει ακόμη ανεκμετάλλευτο εξαγωγικό δυναμικό, εξαιτίας του ότι η Ελλάδα εισήλθε στην κινεζική αγορά καθυστερημένα και σε πολλούς τομείς βρίσκεται ακόμη σε στάδιο διερεύνησης ή διαδικασίας είσοδο. Το έδαφος είναι εξαιρετικά γόνιμο, καθώς υπολογίζεται πως περίπου 200 εκατομμύρια Κινέζοι, των οποίων το βιοτικό επίπεδο αυξάνεται επιζητούν προϊόντα που έρχονται από το Δυτικό Κόσμο.
Αυτό καθιστά την Κίνα μία μεγαλύτερη και πιο ελκυστική αγορά για εξαγωγές, ακόμη και από τις χώρες της Ευρωζώνης ή τις ΗΠΑ. Πρόσθετο πλεονέκτημα για τους Ελληνες εξαγωγείς είναι ο βαθύς σεβασμός που τρέφουν οι Κινέζοι για την Ιστορία και τον Ελληνικό Πολιτισμό. «Παρά το γεγονός πως έχει τρωθεί η εικόνα της Ελλάδας σε διεθνές επίπεδο λόγω της δεινής οικονομικής της θέσης, οι Κινέζοι εξακολουθούν να πρόσκεινται θετικά έναντι της Ελλάδας. Και αυτό δεν πρέπει να το υποτιμούμε», σημειώνει άνθρωπος της αγοράς. Οι τομείς στους οποίους υπάρχουν ευκαιρίες για τις ελληνικές εταιρείες είναι τα τρόφιμα και ποτά, τα ορυκτά (κυρίως μάρμαρα) και οι ακατέργαστες ή ημικατεργασμένες ύλες (απορρίμματα μετάλλων, χαρτοπολτός, δέρματα).
«Ανεβάζουν στροφές»
Ανάμεσα στις εταιρείες που εντείνουν τις ενέργειες τους στην Κίνα είναι η Folli Follie, η οποία ύστερα από τη συμφωνία στρατηγικής σημασίας με τον κινέζικο όμιλο της Fosun επιδιώκει να εδραιώσει την παρουσία της στη χώρα του Δράκου. Στροφές ανεβάζει και η Kleemann Hellas, η οποία τον ερχόμενο Σεπτέμβριο θα διαθέσει τα πρώτα της προϊόντα στην τοπική αγορά.
Η βιομηχανία ανελκυστήρων από τη Βόρεια Ελλάδα ολοκλήρωσε πρόσφατα την κατασκευή παραγωγικής μονάδας στην περιοχή και είναι έτοιμη να επεκταθεί και στις κοντινές αγορές, όπως η Ινδία, η Αυστραλία και η Μαλαισία που αναπτύσσονται με εξίσου εντυπωσιακούς ρυθμούς. Μελλοντικά, η εν λόγω μονάδα θα χρησιμοποιηθεί και ως «εφαλτήριο» για την προώθηση των προϊόντων της εταιρείας στην Αφρική.
Ο οικονομικός διευθυντής της εταιρείας, Χρήστος Πετρίδης, ξεκαθαρίζει, πάντως, πως δεν τίθεται θέμα μεταφοράς της παραγωγικής βάσης από την Ελλάδα στην Κίνα και τονίζει πως η η δημιουργία νέου εργοστασίου ήταν απαραίτητη, καθώς στην Κίνα συγκεντρώνεται το 50% της παγκόσμιας ζήτησης για ανελκυστήρες.
Τις προοπτικές που υπάρχουν για τους Έλληνες οινοποιούς στην κινέζικη αγορά σπεύδει να εκμεταλλευτεί και η «Τσάνταλης», η οποία ίδρυσε θυγατρική εταιρεία στο Χονγκ Κονγκ και δημιούργησε δίκτυο 25 ιδιόκτητων καταστημάτων. Στόχος της είναι μέχρι το τέλος του 2012 να λειτουργεί 100 καταστήματα και έως το 2015 να φθάσουν τα 250. Η ελληνική οινοποιία διαθέτει σήμερα τα φημισμένα κρασιά που παράγει από τους αμπελώνες της εταιρείας στη Ραψάνη, το Αγιο Ορος, τη Χαλκιδική και τη Μαρώνεια Θράκης, τα οποία έχουν απήχηση στους Κινέζους λάτρεις του κρασιού.
«Ανάρπαστα» τα ελληνικά μάρμαρα
Έμφαση στην κινεζική αγορά δίνει και η Ικτίνος Ελλάς, μια από τις μεγαλύτερες ελληνικές βιομηχανίες μαρμάρου. «Εστιάζουμε τις προσπάθειες μας στην κινέζικη αγορά, στην οποία κατευθύνεται το 65% των εξαγωγών μας και πραγματοποιείται το 50% των συνολικών πωλήσεών μας», σημειώνει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της εταιρείας Ευάγγελος Χαϊδάς και δηλώνει αισιόδοξος για τη συνέχεια, καθώς η ζήτηση για τα ελληνικά μάρμαρα στην Κίνα αυξάνεται εντυπωσιακά τα τελευταία χρόνια λόγω της «άνθησης» που παρουσιάζει η οικοδομική δραστηριότητα.
Η Ικτίνος Ελλάς διαθέτει εδω και δεκαπέντε χρόνια τα περίφημα μάρμαρα της Θάσου, της Καβάλας και της Δράμας με πολύ μεγάλη επιτυχία. Πρόσφατα, αποφάσισε να ασχοληθεί και με τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων προς την Κίνα, καθώς εκτίμησε πως υπάρχει ενδιαφέρον για προστατευόμενα προϊόντα περιοχής και για κατοχυρωμένες ονομασίες. Αρχικός της στόχος είναι η εξαγωγή ελαιολάδου και κρασιού.
Και η ΔΕΛΤΑ πάει Κίνα!
Βαλίτσες για τη μακρινή Κίνα ετοιμάζει και η ΔΕΛΤΑ. Η ελληνική γαλακτοβιομηχανία, όπως αποκάλυψαν πρόσφατα υψηλόβαθμα στελέχη της, βρίσκεται πολύ κοντά στην είσοδό της, η οποία όταν πραγματοποιηθεί θα ανοίξει ένα νέο και πολλά υποσχόμενο κεφάλαιο στην ιστορία της. Η προσπάθεια, πάντως, δεν είναι εύκολη, καθώς ο ανταγωνισμός από τους διεθνείς κολοσσούς οι οποίοι έχουν ήδη «πατήσει το πόδι τους» στην κινέζικη αγορά είναι τεράστιος. Αυτό δεν φαίνεται να πτοεί τη διοίκηση της ΔΕΛΤΑ, η οποία αισιοδοξεί πως θα κερδίσει τους ντόπιους καταναλωτές με «όπλο» την υψηλή ποιότητα αλλά και την καινοτομία των προϊόντων της.
«Αγκάθι» η κουλτούρα
Σημαντικά εμπόδια στο δρόμο για την Κίνα
Την προσοχή των ελληνικών επιχειρήσεων στην προσπάθεια επέκτασής τους στην Κίνα εφιστά η πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων, υποστηρίζοντας πως ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα αλλά κρύβει αρκετές «παγίδες». Όπως αναφέρει η κα Χριστίνα Σακελλαρίδη, «η επιχειρηματική, αλλά και η καταναλωτική κουλτούρα στην Κίνα είναι ακόμη εξαιρετικά διαφορετική από τα συνήθη πρότυπα και μάλιστα μεταβάλλεται από επαρχία σε επαρχία, στις μεγαλουπόλεις και στα ενδότερα της χώρας». Η επιλογή συνεργατών, εισαγωγέων και διανομέων είναι κεφαλαιώδους σημασίας, όπως και η συσκευασία, η ετικέτα και η κατοχύρωση των σημάτων των προϊόντων.
Τιμές
Επίσης, κρίσιμη για την επιτυχία των εξαγωγών θεωρείται η τιμολογιακή πολιτική των εξαγωγικών επιχειρήσεων, προκειμένου να ικανοποιήσουν όλο το εύρος των πιθανών καταναλωτών, από τη μεσαία και ανώτερη τάξη, ως τους καθημερινούς αγοραστές», υπογραμμίζει και τονίζει ότι με σωστό σχεδιασμό, υπομονή και την κατάλληλη υποστήριξη, τα ελληνικά προϊόντα και ειδικά το ελαιόλαδο, μπορούν να βρουν μία αγορά με απαιτήσεις, αλλά και προοπτικές.
Στο πλαίσιο αυτό και θέλοντας να προτρέψει και άλλες ελληνικές επιχειρήσεις να τολμήσουν το μεγάλο βήμα στην Κίνα, επικαλείται το ένα από τα γνωστά κινέζικα ρητά: «η καλύτερη στιγμή για να φυτέψεις ένα δένδρο ήταν πριν από 20 χρόνια. Η δεύτερη καλύτερη είναι τώρα».
Εξάλλου, η κατάσταση στην ελληνική οικονομία, η οποία έχει βυθιστεί στην ύφεση και στην οικονομική δυσπραγία αλλά και τα περιθώρια που υπάρχουν για την ανάπτυξη των διμερών εμπορικών σχέσεων αποτελούν δυο ακόμη ισχυρά κίνητρα για τους Έλληνες εξαγωγείς να ρίξουν το βάρους σε νέες πολλά υποσχόμενες αγορές.
«Μαγνήτης», ο τουρισμός και η πράσινη ενέργεια
Την ώρα που η Ελλάδα δίνει «αγώνα δρόμου» για να προσελκύσει τα ξένα κεφάλαια, σημαντικοί τομείς της ελληνικής οικονομίας θα μπορούσαν να αποτελέσουν «μαγνήτη» για τα κινέζικα κεφάλαια.
Όπως επισημαίνει στην πρόσφατη έκθεση του το ελληνικό γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στο Πεκίνο η Ελλάδα θα μπορούμε να επιδιώξει μετοχικές συνεργασίες με Κινέζους επενδυτές σε τομείς όπως τα ξενοδοχεία, που συνδέονται άρρηκτα με την προσέλκυση κινεζικού τουριστικού ρεύματος, τα τρόφιμα-ποτά (με επίκεντρο το ελαιόλαδο, τα γαλακτοκομικά κ.ά.), τα φαρμακευτικά προϊόντα και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
«Το βήμα που έγινε με την «έλευση» της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά πρέπει να αποτελέσει το «θεμέλιο λίθο» πάνω στον οποίο θα οικοδομηθεί η μελλοντική εμπορική συνεργασία των δυο κρατών», υπογραμμίζουν παράγοντες της αγοράς και τονίζουν πως «η αρνητική συγκυρία αποτελεί μεν εμπόδιο όχι όμως ανασταλτικό παράγοντα για να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον των Κινέζων επενδυτών».
Και αυτό γιατί τα κινέζικα κεφάλαια σαρώνουν αυτή τη στιγμή τις διεθνείς αγορές, αναζητώντας ευκαιρίες για να τοποθετήσουν την πλεονάζουσα ρευστότητα που διαθέτουν. Η Ελλάδα θα πρέπει να προτάξει τη στρατηγικής σημασίας γεωγραφική θέση που έχει στην περιοχή, ως ένα επιπλέον «δέλεαρ» για τους υποψήφιους επενδυτές.
«Χρειαζόμαστε τις άμεσες ξένες επενδύσεις, όχι μόνο γιατί θα συμβάλουν στην προσπάθεια που καταβάλλουμε να αφήσουμε πίσω την ύφεση αλλά και γιατί έτσι θα στείλουμε το μήνυμα στο εξωτερικό πως η χώρα αλλάζει, εκσυγχρονίζεται και βελτιώνει το επιχειρηματικό της περιβάλλον. Κάνει δηλαδή όλα εκείνα τα αναγκαία βήματα που θέλουν οι πιστωτές μας και «απαιτούν» οι διεθνείς αγορές, προκειμένου να σταματήσουν τα σενάρια εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ και επιστροφής στη δραχμή», σημειώνει άνθρωπος της αγοράς.
Φορολογικό
Απαραίτητη, ωστόσο, προϋπόθεση για να εκδηλωθεί το κινέζικο ενδιαφέρον είναι να δημιουργηθεί το κατάλληλο πλαίσιο, το οποίο θα επιτρέπει το μακροχρόνιο σχεδιασμό και κυρίως θα δίνει κίνητρα. Ιδιαίτερα κρίσιμο είναι και η υιοθέτηση ενός δίκαιου και σταθερού φορολογικού νομοσχεδίου που δεν θα αλλάζει ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ώστε ο υποψήφιος επενδυτής να νιώθει ασφάλεια.
Αυτή τη στιγμή, η σημαντικότερη κινεζική επένδυση στην Ελλάδα είναι η συμμετοχή της Cosco Pacific στην επέκταση και εκσυγχρονισμό του Λιμένα Πειραιά, η οποία αναμένεται να ανέλθει σε 35 δισ. ευρώ με την ολοκλήρωσή της.
Η επένδυση είναι ήδη κερδοφόρα και το γεγονός αυτό οδήγησε την Cosco να λάβει απόφαση για άμεση επέκταση και κατασκευή του προβλήτα ΙΙΙ, ώστε να καλύψει το συνεχώς αυξανόμενο όγκο εμπορευματικών φορτίων που διακινούνται μέσω του Πειραιά.
Επιπλέον, δύο ακόμη σημαντικές κινεζικές επενδύσεις στην Ελλάδα έχουν πραγματοποιηθεί από εταιρείες τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού και υψηλής τεχνολογίας, σε επίπεδο παροχής υπηρεσιών και προώθησης πωλήσεων (ZTE, Huawei), ενώ επίκειται η κατασκευή του Piraeus Plaza, μετά την υπογραφή συμφωνίας το 2010, μεταξύ των Beijing Construction Engineering Group Co. και Helios Plaza S.A.
Πληθαίνουν οι επισκέψεις Κινέζων επενδυτών

Το ενδιαφέρον των Κινέζων για επενδύσεις στην Ελλάδα τονίζει στην «ΗτΣ» ο πρόεδρος του Ελληνοκινεζικού Επιμελητηρίου, Κωνσταντίνος Ν. Γιαννίδης, επισημαίνοντας πως η κινέζικη κυβέρνηση έχει ανακοινώσει επίσημα ότι διαθέτει περισσότερα από 300 δισ. δολάρια σε κινεζικές εταιρείες για να αγοράσουν ή να συμμετέχουν σε ευρωπαϊκές κι αμερικανικές εταιρίες, που έχουν επώνυμα προϊόντα (brand name).
Οι τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, των logistics και των λιμανιών, της υψηλής τεχνολογίας και στον τομέα του περιβάλλοντος συγκεντρώνουν τα περισσότερα βλέμματα ενώ σύμφωνα με τον κ. Γιαννίδη «τους Κινέζους ενδιαφέρει η συμμετοχή στη μετοχική σύνθεση σε επιχειρήσεις τροφίμων και ποτών, ελαιολάδου και κρασιού κι αυτό φαίνεται κατά τη διάρκεια πολλών υποδοχών εκπροσώπων μεγάλων κινεζικών ομίλων από το Ελληνοκινεζικό Επιμελητήριο ειδικά τους τελευταίους μήνες».
Ενδεικτικά στην ελληνική πρωτεύουσα βρέθηκε πρόσφατα αντιπροσωπία του κρατικά ελεγχόμενου ομίλου εταιρειών Shandong Commercial Group Ltd, με σκοπό τις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων στην Κίνα. Η εν λόγω επιχείρηση, κρατικά ελεγχόμενη, είναι εκ των μεγαλύτερων στην Κίνα και ενδιαφέρεται για τον κλάδο τροφίμων- ποτών (ζαχαρώδη προϊόντα, βρεφικές τροφές, γαλακτοκομικά, ελαιόλαδο, μέλι, κρασί, ζυμαρικά, ξηροί καρποί, αποξηραμένα φρούτα, μαρμελάδες, κατεψυγμένα προϊόντα ζύμης.), για αγαθά πολυτελείας (γούνες, δέρματα, κοσμήματα, καλλυντικά) και για προϊόντα χειροτεχνίας (arts & crafts).
Επίσης, ενδιαφέρεται για συνεργασία στο φαρμακευτικό τομέα (έρευνα και από κοινού ανάπτυξη προϊόντων). Διαθέτει τα δικά του εμπορικά σήματα, όπως «Lushang», «Inzone», «Freda» ενώ το 2011 οι πωλήσεις του ομίλου ανήλθαν σε 50 δισ. γιουάν (περίπου 6,46 δισ. ευρω) ενώ τα μεικτά κέρδη διαμορφώθηκαν σε 4,2 δισ. γιουάν (542,6 εκατ. ευρώ).