Πριν από λίγες μέρες, για την ακρίβεια την 1η Αυγούστου του τρέχοντος έτους άνοιξε εκ νέου τις πύλες του το deluxe ξενοδοχείο- στολίδι- τοπόσημο της Καβάλας, Imaret Hotel. Όπως σχετικά σημειώνει σε ανακοίνωσή της η ιδιοκτήτρια εταιρία του Imaret, Μισσιριάν ΑΕ «με ενθουσιασμό σας ανακοινώνουμε πως το άνοιγμα του Imaret θα γίνει την πρώτη Αυγούστου. Έχοντας απόλυτη προτεραιότητα την υγεία και την ασφάλεια των επισκεπτών, φιλοξενούμενων και συναδέλφων μας, ενισχύουμε τα μέτρα ασφαλείας και υγιεινής, δίνοντας προτεραιότητα στην προστασία όλων μας».
Το ξενοδοχείο Imaret που αποτελεί στολίδι- τοπόσημο για την Καβάλα είναι ένα μνημείο μοναδικό στην Ελλάδα. Είναι ένα αριστούργημα της ύστερης οθωμανικής αρχιτεκτονικής και σπάνιο δείγμα της στην Ευρώπη. Βρίσκεται σε περίοπτη θέση εντός των τειχών της παλιάς πόλης της, στη χερσόνησο της Παναγίας.
Ιδρυτής του εαυγούς αυτού ιδρύματος είναι ο Μεχμέτ Αλι, γεννημένος στην Καβάλα και μετέπειτα Βαλής και Χεδίβης της Αιγύπτου έθεσε τις βάσεις του σύγχρονου αιγυπτιακού κράτους. Μετά την άδεια που πήρε από τον Σουλτάνο, έδωσε εντολή για την έναρξη της κατασκευής του ευαγούς ιδρύματος ως δώρο του στη γενέθλια πόλη του το 1813.
Το Ιμαρέτ αποτελούντο από: 2 μεντρεσέδες, μεκτέμπ (Κορανικό δημοτικό), ιμαρέτ – μαγειρείο σούπας, μεστζίντ (χώρος διδασκαλίας), δεξαμενή νερού και βρύσες για πλύση, χαμάμ για τους καθηγητές, το διοικητήριο, βιβλιοθήκη με 2.600 τόμους, τυπογραφείο καθώς και τα 60 δωμάτια των μαθητών που πλέον χρησιμοποιούνται από το μνημείο – ξενοδοχείο Ιμαρέτ (Imaret Hotel).
Το Ιμαρέτ αποτελούσε βασικό στοιχείο στα σχέδια όλων των οθωμανικών πόλεων, δίνοντας τους ξεχωριστό χαρακτήρα και μέχρι πρόσφατα κυριαρχούσαν στον ορίζοντα πόλεων στην Ανατολή και τα Βαλκάνια. Παρείχε στην πόλη δημόσιες υπηρεσίες και αγορές, παίζοντας σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της πόλης. Παλαιότερα τα Ιμαρέτ ιδρύονταν με την προοπτική δημιουργίας μιας νέας πόλης ή μιας νέας γειτονιάς σε μια ακατοίκητη περιοχή. Ήταν η βάση της ανάπτυξης, οικιστικά σύνολα αναπτύσσονταν γύρω από αυτά. Οι κατασκευές ξεκίνησαν περίπου το 1813, ολοκληρώθηκαν κυρίως το 1823, ενώ έγιναν και κάποιες προσθήκες ως το 1864 (όπως το διοικητήριο).
Το Ιμαρέτ αποτελούσε ένα συγκρότημα δημόσιων κτηρίων (kulliye) με κοινωφελή χαρακτήρα και στηριζόταν σε 2 κύριους πυλώνες την φιλοξενία – διδασκαλία και φιλανθρωπία (προσφορά σούπας ανεξαρτήτως θρησκεύματος και καταγωγής. Η εκπαιδευτική λειτουργία (αυστηρά για μουσουλμάνους άρρενες) συνεχίστηκε μέχρι τον Ιούλιο του 1902 ενώ η παροχή ‘συσσιτίων’ μέχρι το 1923. Με τη συνθήκη της Λωζάνης, προσφυγικές οικογένειες διέμειναν μέχρι το 1965-69. Το 2000 η κατάσταση του συγκροτήματος ήταν σε πολύ κακή κατάσταση. Κατά την διάρκεια των χρόνων το μνημείο παράκμασε και περιήλθε σε κατάσταση ταχύτατης κατάρρευσης. Είχε αποψιλωθεί το μεγαλύτερο μέρος των μολυβδοσκέπαστων τρούλων, εκτεταμένες φθορές στα επιχρίσματα, κατεστραμμένα ξύλινα μέρη κατασκευής (παράθυρα, πόρτες, πατώματα) και τα διακοσμητικά στοιχεία του κτιρίου. Υπήρχε μεγάλος όγκος απορριμμάτων σε όλο το συγκρότημα, τα γραφεία της διοίκησης ήταν σχεδόν κατεστραμμένα ενώ τμήματα του κτιρίου είχαν μετατραπεί σε αποθήκες περιοίκων και καταστημάτων.
Το 1954 αναγνωρίστηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση ως αιγυπτιακό βακούφι (wakf) χωρίς όμως να υπάρχει κάποια αισθητή αλλαγή. Με την ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία του 1984 αναγνωρίστηκε ότι το Ιμαρέτ και «η οικία του Μεχμέτ Αλή» αποτελούν αιγυπτιακές ιδιοκτησίες και οι δύο χώρες συμφώνησαν να συνεργαστούν για τη διατήρηση και συντήρηση τους. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια ένας χώρος του Ιμαρέτ ήταν αναψυκτήριο και ταβέρνα και κάποιοι άλλοι χρησιμοποιούνταν ως αποθήκες των γειτονικών καταστημάτων.
Το 2001 το μνημείο νοικιάστηκε για 50 χρόνια από την Άννα Μισιριάν, επιχειρηματία της Καβάλας, αναστηλώθηκε και μετατράπηκε σε ένα πολυτελή και καλαίσθητο χώρο φιλοξενίας, που διατηρεί και την ατμόσφαιρα της εποχής του. Τα πιο γοητευτικά στοιχεία του Ιμαρέτ είναι οι τρεις εσωτερικές αυλές του και οι θολοσκεπές στοές με τις ρυθμικά επαναλαμβανόμενες καμάρες και τα πολυάριθμα ανοίγματα που συνδέουν τους κλειστούς με τους ανοιχτούς χώρους.